Незграбний στα ελληνικά
Μετάφραση: незграбний, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λιμνούλα, αδέξιος, λούτσα, άξεστος, μικροπρεπής, λιπαντικό, δύσκολη, αμήχανη, αδέξιο, αδέξια
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- воїн στα ελληνικά - στρατιώτης, πολεμιστής, πολεμιστή, πολεμιστών
- журналу στα ελληνικά - συνεργάτης, περιοδικό, Magazine, περιοδικού, το περιοδικό, γεμιστήρα
- крутійка στα ελληνικά - krutiyka
- куратор στα ελληνικά - έφορος, επιμελήτρια, επιμελητής, επιμελητή, επιμέλεια
Τυχαίες λέξεις
Незграбний στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λιμνούλα, αδέξιος, λούτσα, άξεστος, μικροπρεπής, λιπαντικό, δύσκολη, αμήχανη, αδέξιο, αδέξια
Μεταφράσεις: λιμνούλα, αδέξιος, λούτσα, άξεστος, μικροπρεπής, λιπαντικό, δύσκολη, αμήχανη, αδέξιο, αδέξια