Неминучість στα ελληνικά
Μετάφραση: неминучість, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναπόφευκτος, αναγκαιότητα, μοίρα, ειμαρμένη, πεπρωμένο, αναπόφευκτο, αναπόφευκτη, αναπόφευκτου, το αναπόφευκτο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вироблений στα ελληνικά - παραγωγός, κατασκευαστής, διαμορφούμενης, επεξεργασμένη, καλοδουλεμένο, σύνθετης, εξεζητημένο
- відродження στα ελληνικά - νεκρανασταίνω, ξαναζωντανεύω, αναβίωση, αναγέννηση, αναζωογόνηση, ανάκαμψη, αναβίωσης
- державницький στα ελληνικά - κράτος, κρατίδιο, gosudarstvennichesky
- злидарський στα ελληνικά - άθλιος, βρώμικος, ρακένδυτος, παλιόπαιδο, Ragamuffin, κουρελιάρης, προλεταριάτο κουρελήδων
Τυχαίες λέξεις
Неминучість στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναπόφευκτος, αναγκαιότητα, μοίρα, ειμαρμένη, πεπρωμένο, αναπόφευκτο, αναπόφευκτη, αναπόφευκτου, το αναπόφευκτο
Μεταφράσεις: αναπόφευκτος, αναγκαιότητα, μοίρα, ειμαρμένη, πεπρωμένο, αναπόφευκτο, αναπόφευκτη, αναπόφευκτου, το αναπόφευκτο