Оживлений στα ελληνικά

Μετάφραση: оживлений, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ζηλιάρης, επιταχύνθηκε, επιταχυνθεί, ταχείς, με ταχείς, επιτάχυνε
Оживлений στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • вимпел στα ελληνικά - σήμα, επισείοντα, σημαία, επισείων, επισείοντος
  • відрізок στα ελληνικά - τμήμα, τμήματος, τομέα, κατηγορία, τομέας
  • гам στα ελληνικά - σάλος, θόρυβος, θορύβου, θόρυβο, του θορύβου, το θόρυβο
  • загострювання στα ελληνικά - λείανσης, λείανση, άλεση, άλεσης, άλεσμα
Τυχαίες λέξεις
Оживлений στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ζηλιάρης, επιταχύνθηκε, επιταχυνθεί, ταχείς, με ταχείς, επιτάχυνε