Операція στα ελληνικά
Μετάφραση: операція, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συναλλαγή, δοσοληψία, νταραβέρι, διεκπεραίωση, λειτουργία, λειτουργίας, τη λειτουργία, πράξη, επιχείρηση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вантажило στα ελληνικά - σφαίρα, φορτωμένος, φορτωμένο, φορτωθεί, φορτωμένων, φορτωμένη
- висадити στα ελληνικά - ξέσπασμα, ξεσπώ, πλήγμα, χτύπημα, εμφύσησης, εμφυσήσεως, εμφύσηση
- гусениця στα ελληνικά - κάμπια, Caterpillar, της Caterpillar, κάμπιας, η Caterpillar
- жнива στα ελληνικά - γένια, θερίζω, τρύγος, σοδειά, καλαμιές, συγκομιδή, συγκομιδής, ...
Τυχαίες λέξεις
Операція στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συναλλαγή, δοσοληψία, νταραβέρι, διεκπεραίωση, λειτουργία, λειτουργίας, τη λειτουργία, πράξη, επιχείρηση
Μεταφράσεις: συναλλαγή, δοσοληψία, νταραβέρι, διεκπεραίωση, λειτουργία, λειτουργίας, τη λειτουργία, πράξη, επιχείρηση