Опоганювати στα ελληνικά
Μετάφραση: опоганювати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λερώνω, κηλιδώνω, μαγαρίζω, βεβηλώνω, opohanyuvaty
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- відхилити στα ελληνικά - μαρασμός, κλίνω, ξεπεσμός, απορρίπτω, απορρίψει, απορρίπτει, απορρίπτουν, ...
- відхилятися στα ελληνικά - αποκλίνουν, αποκλίνει, παρεκκλίνουν, παρεκκλίνει, να αποκλίνει
- вітати στα ελληνικά - επιδοκιμάζω, συγχαίρω, επικροτώ, επευφημώ, καλωσόρισμα, ευπρόσδεκτος, ευπρόσδεκτη, ...
- зір στα ελληνικά - όραση, θέαμα, όψεως, θέα, όρασης
Τυχαίες λέξεις
Опоганювати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λερώνω, κηλιδώνω, μαγαρίζω, βεβηλώνω, opohanyuvaty
Μεταφράσεις: λερώνω, κηλιδώνω, μαγαρίζω, βεβηλώνω, opohanyuvaty