Μαγαρίζω στα ουκρανικά

Μετάφραση: μαγαρίζω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
опитування, розбещувати, опоганювати, дефіле, профанувати, голосування, підрізання, брудний, брудне, брудну, брудна, найбрудніше
Μαγαρίζω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μαγαρίζω

μακαρίζω λεξικό, μακαρίζω ετυμολογια, μαγαρίζω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, μαγαρίζω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • μαγαζάτορας στα ουκρανικά - крамар
  • μαγαζί στα ουκρανικά - склад, приймальня, запас, салон, цех, зберегти, прийомна, ...
  • μαγεία στα ουκρανικά - волхв, чарівний, чарівливий, магія, магия
  • μαγειρεύω στα ουκρανικά - куховар, варіння, заварка, куховарити, варити, готувати, вариво, ...
Τυχαίες λέξεις
Μαγαρίζω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: опитування, розбещувати, опоганювати, дефіле, профанувати, голосування, підрізання, брудний, брудне, брудну, брудна, найбрудніше