Орієнтація στα ελληνικά
Μετάφραση: орієнтація, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εύρημα, προσανατολισμός, προσανατολισμό, προσανατολισμού, τον προσανατολισμό, κατεύθυνση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- викладати στα ελληνικά - διδάσκω, ντιβάνι, ανάκλιντρο, καναπές, διδάξει, διδάσκουν, διδάξουν, ...
- гаяти στα ελληνικά - καθυστέρηση, καθυστέρησης, καθυστερήσεις, αμέσως
- звільнений στα ελληνικά - απαλλάσσω, ασυδοσία, απαλλαγμένος, ανοσία, κυκλοφορήσει, κυκλοφόρησε, απελευθερώνεται, ...
- значність στα ελληνικά - σημαντικός, διαμέτρημα, ολική, σπουδαίος, σπουδαιότητα, σημασία, σημασίας, ...
Τυχαίες λέξεις
Орієнтація στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εύρημα, προσανατολισμός, προσανατολισμό, προσανατολισμού, τον προσανατολισμό, κατεύθυνση
Μεταφράσεις: εύρημα, προσανατολισμός, προσανατολισμό, προσανατολισμού, τον προσανατολισμό, κατεύθυνση