Переповняти στα ελληνικά

Μετάφραση: переповняти, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κοκκινίζω, perepovnyaty
Переповняти στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • директоре στα ελληνικά - σκηνοθέτης, ράμφος, διευθυντής, διευθυντή, σκηνοθέτη, διευθύντρια
  • дурний στα ελληνικά - βαρετός, κουτός, μουντός, κανάτα, άμυαλος, κοροϊδεύω, βλάκας, ...
  • забіяка στα ελληνικά - θρασύδειλος, νταής, φοβερίζει, νταή, παρενοχλούν, θύτη
  • кортикальний στα ελληνικά - φλοιώδη, του φλοιού, φλοιώδες, φλοιώδης, φλοιώδους
Τυχαίες λέξεις
Переповняти στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κοκκινίζω, perepovnyaty