Пестувати στα ελληνικά
Μετάφραση: пестувати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θωπεύω, pestuvaty
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вкладка στα ελληνικά - θάμνος, Κύριο θέμα, Στο κύριο θέμα, ένθετο, και κύριο θέμα
- впертий στα ελληνικά - ηλίθιος, ισχυρογνώμονας, θέληση, γαϊδουρινός, πεισματάρης, διαθήκη, ανυπόμονος, ...
- дотепність στα ελληνικά - απαστράπτω, πνεύμα, wit, εξυπνάδα, το πνεύμα, ευφυΐα
- кавоварка στα ελληνικά - καφετιέρα, καφέ, καφετιέρας, τσάι και καφέ
Τυχαίες λέξεις
Пестувати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θωπεύω, pestuvaty
Μεταφράσεις: θωπεύω, pestuvaty