Пишучи στα ελληνικά

Μετάφραση: пишучи, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στυλό, μάντρα, γραφή, γράψιμο, γραπτώς, εγγράφως, γραφής
Пишучи στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • безтурботний στα ελληνικά - εποπτεύω, οκνός, απρόσεκτος, αδιάφορος, ατάραχος, γαλήνιος, ράθυμος, ...
  • в'язка στα ελληνικά - πακέτο, δέμα, μάτσο, σκοινί, δέσμη, σωριάζω, τσαμπί, ...
  • гієна στα ελληνικά - ύαινα, ύαινας, hyena, ύαινες, της ύαινας
  • затискати στα ελληνικά - κράτημα, δεσμεύω, δένω, συσφίγγω, βιβλιοδετώ, πιάνω, σφίγγω, ...
Τυχαίες λέξεις
Пишучи στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στυλό, μάντρα, γραφή, γράψιμο, γραπτώς, εγγράφως, γραφής