Плескати στα ελληνικά
Μετάφραση: плескати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επευφημώ, ραπίζω, χαστούκι, χειροκροτώ, κροτώ, πιτσιλάω, πλατσουρίζω, πιτσιλίζω, χειροκρότημα, clap, χειροκροτήσουν, να χειροκροτήσουν, χειροκροτήματος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- втрачати στα ελληνικά - τριβή, προστριβή, χάνουν, χάσετε, χάσουν, να χάσουν, χάσει
- глухуватий στα ελληνικά - κουφός, κωφός, κωφών, κωφούς, κωφά
- заміна στα ελληνικά - αναπληρωματικός, αναπληρώνω, υποκαθιστώ, αναπληρωτής, αντικατάσταση, αντικατάστασης, την αντικατάσταση, ...
- лиховісний στα ελληνικά - σκυθρωπός, βλοσυρός, απαίσιος, μοχθηρός, δυσοίωνος, απαίσιο, απειλητικό
Τυχαίες λέξεις
Плескати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επευφημώ, ραπίζω, χαστούκι, χειροκροτώ, κροτώ, πιτσιλάω, πλατσουρίζω, πιτσιλίζω, χειροκρότημα, clap, χειροκροτήσουν, να χειροκροτήσουν, χειροκροτήματος
Μεταφράσεις: επευφημώ, ραπίζω, χαστούκι, χειροκροτώ, κροτώ, πιτσιλάω, πλατσουρίζω, πιτσιλίζω, χειροκρότημα, clap, χειροκροτήσουν, να χειροκροτήσουν, χειροκροτήματος