Плече στα ελληνικά

Μετάφραση: плече, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σπάλα, ώμος, ώμο, ώμου, τον ώμο, ώμων
Плече στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • гнучкий στα ελληνικά - εύκαμπτος, ευλύγιστος, πλαδαρός, ευέλικτος, ευέλικτη, ευέλικτο, εύκαμπτο
  • кількості στα ελληνικά - ποσότητα, αριθμός, αριθμό, αριθμού, τον αριθμό, σειρά
  • любої στα ελληνικά - δαπανηρός, ακριβός, αγαπητός, Αγαπητέ, Αγαπητοί, αγαπητή, Αξιότιμοι
  • метеори στα ελληνικά - μετρητής, μέτρο, μετεωρίτες, μετέωρα, μετεωριτών, Μετεώρων, τους μετεωρίτες
Τυχαίες λέξεις
Плече στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σπάλα, ώμος, ώμο, ώμου, τον ώμο, ώμων