Потік στα ελληνικά

Μετάφραση: потік, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πλημμύρες, ρέω, χιονοστιβάδα, πλημμυρίζω, ροή, βροχή, υφαίνω, πλημμύρα, καταρράκτης, χείμαρρος, κρουνός, κατακλύζω, ροής, ρέει, ρέουν, ρεύσει
Потік στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • відмова στα ελληνικά - σκουπίδια, άρνηση, άρνησης, απαραδέκτου, απόρριψη, την άρνηση
  • гірчити στα ελληνικά - δριμύς, πικρός, πικρή γεύση, γεύση πικρή, επίσης πικρή γεύση
  • диск-жокей στα ελληνικά - αναβάτης, τζόκεϊ, DJ, του DJ, τον DJ
  • лізис στα ελληνικά - λύσης, λύση, λύσεως, τη λύση, λύση των
Τυχαίες λέξεις
Потік στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πλημμύρες, ρέω, χιονοστιβάδα, πλημμυρίζω, ροή, βροχή, υφαίνω, πλημμύρα, καταρράκτης, χείμαρρος, κρουνός, κατακλύζω, ροής, ρέει, ρέουν, ρεύσει