Λέξη: φρενιτιώδης
Μεταφράσεις: φρενιτιώδης
φρενιτιώδης στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
frantic, frenetic
φρενιτιώδης στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
frenético, frenética, frenéticos, frenéticas, frenesí
φρενιτιώδης στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
frenetisch, frenetischen, hektischen, frenetische, frenetischem
φρενιτιώδης στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
frénétique, éperdue, effréné, fou, frénétiques, frénésie, effrénée
φρενιτιώδης στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
forsennato, frenetica, frenetico, frenetici, frenesia
φρενιτιώδης στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
frenético, frenética, frenetic, frenéticos, frenéticas
φρενιτιώδης στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
razend, fanatiek, hectische, frenetic, verwoede
φρενιτιώδης στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
исступленный, оголтелый, безумный, неистовый, бешеный, лихорадочный, неистовым, лихорадочным, лихорадочной
φρενιτιώδης στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
frenetisk, frenetiske, frenetic, elleville, hektisk
φρενιτιώδης στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
frenetisk, frenetiska, frenetiskt, hektiska
φρενιτιώδης στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
raivokas, raisu, kesytön, hurja, hillitön, hektinen, kiihkeän, frenetic
φρενιτιώδης στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
hæmningsløst, hektiske, hektisk, rasende, vanvittige
φρενιτιώδης στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
šílený, frenetický, frenetická, frenetické, bouřlivou, bouřlivější
φρενιτιώδης στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
oszalały, szalony, gorączkowy, wariacki, frenetyczny, frenetic, szalonym, szaleńcze, frenetycznego
φρενιτιώδης στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
tomboló, eszeveszett, frenetikus, őrületes, viharos, fergeteges, Frenetic
φρενιτιώδης στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
çılgın, hummalı, çılgınca, frenetic, çılgın bir
φρενιτιώδης στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
шалений, несамовитий
φρενιτιώδης στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
i harbuar, harbuar, të harbuar, frenetik
φρενιτιώδης στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
френетичен, трескава, френетична, френетичната, френетично
φρενιτιώδης στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
апантаны, несамавіты, шалёны, нястрымны
φρενιτιώδης στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
palavikuline, metsik, meeletu, Raivokas, pöörase, närvilise, hull
φρενιτιώδης στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
divalj, ljut, frenetičan, bijesan, frenetičnu, pomaman
φρενιτιώδης στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ofsafenginn
φρενιτιώδης στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
pašėlęs, pamišęs, įsiutęs, maniakas, fanatiškas
φρενιτιώδης στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
traks, mežonīgs, fanātisks, vētrains
φρενιτιώδης στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
френетичен, избезумени, френетични, направи избезумени, да направи избезумени
φρενιτιώδης στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
frenetic, frenetice, frenetică, frenetica, frenetic de
φρενιτιώδης στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
blazen, Pomaman, frenetičen, Bijesan
φρενιτιώδης στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
silený, frenetický, frenetické