Ροή στα ουκρανικά

Μετάφραση: ροή, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
струм, линути, випливати, потік, течія, текти, теча, течу, протікати
Ροή στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ροή

ροή εκλογικών αποτελεσμάτων, ροή συνώνυμο, ροή φορτίου, ροή ειδήσεων, ροή αποτελεσμάτων εκλογών 2014, ροή λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ροή στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • ριψοκίνδυνος στα ουκρανικά - ризикованість, небезпечний, безрозсудний, нерозумний, нерозважливий, нерозсудливий, безглуздий
  • ριψοκινδυνεύω στα ουκρανικά - спекулювати, уставання, спекуляція, вставання, авантюра, пригода, пригоду, ...
  • ροδέλα στα ουκρανικά - відкинений, відкинутий, непотрібен, непотрібний, шайба
  • ροδαλός στα ουκρανικά - рум'яний, червоний, витиеватий, вітіеватий, витіюватий, вигадливий, химерний
Τυχαίες λέξεις
Ροή στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: струм, линути, випливати, потік, течія, текти, теча, течу, протікати