Правопорушник στα ελληνικά

Μετάφραση: правопорушник, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καταπατητής, ένοχος, εγκληματίας, παραβάτης, δράστη, δράστης, παραβάτη, κατάδικος
Правопорушник στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • агрегат στα ελληνικά - συσσωμάτωμα, συνολικός, σύνολο, συνολικό, συνολική, συνολικά
  • бретелька στα ελληνικά - ιμάντας, αορτήρας, ιμάντα ώμου, λουρί ώμου, ιμάντας ώμου, λουρί ώμων
  • засвоюваний στα ελληνικά - ευκολοχώνευτος, εύπεπτο, εύπεπτη, εύπεπτα, εύπεπτες
  • лесбіянка στα ελληνικά - αλλοίωση, κάκωση, λεσβία, λεσβίες, λεσβιών, λεσβιακό, λεσβιακά
Τυχαίες λέξεις
Правопорушник στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καταπατητής, ένοχος, εγκληματίας, παραβάτης, δράστη, δράστης, παραβάτη, κατάδικος