Ένοχος στα ουκρανικά

Μετάφραση: ένοχος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
кривдник, злочинець, винен, злочинний, винний, правопорушник, образник, винуватий, винна, чи винен
Ένοχος στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ένοχος

ένοχος goin through stixoi, ένοχος - goin ' through feat. ominus stixoi, ένοχος λαγός, ένοχος ο παπαγεωργόπουλος, ένοχος χωρίς αποδείξεις, ένοχος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ένοχος στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • ένοικος στα ουκρανικά - наймати, наймачі, орендувати, орендар, найняти, орендатор
  • ένορκος στα ουκρανικά - присяжний, присяжного
  • ένσταση στα ουκρανικά - відкласти, перешкодити, заперечувати, заперечити, заперечення, протиріччя
  • ένταλμα στα ουκρανικά - зап'ястки, викривлення, ордер
Τυχαίες λέξεις
Ένοχος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: кривдник, злочинець, винен, злочинний, винний, правопорушник, образник, винуватий, винна, чи винен