Продавати στα ελληνικά
Μετάφραση: продавати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πουλώ, εκποιώ, πωλούν, πωλήσει, πουλήσει, πωλεί, πουλήσουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- відведення στα ελληνικά - παρέκβαση, παρεκτροπή, κλήρος, απαγωγή, απαγωγής, απαγωγές, την απαγωγή, ...
- допінг στα ελληνικά - ναρκωτικό, βερνίκι, DOPE, ναρκωτικές ουσίες, πρόσμιξης νόθευσης
- достроковий στα ελληνικά - προχωρημένος, νωρίς, αρχές του, πρόωρη, πρόωρης, στις αρχές
- злість στα ελληνικά - κακόβουλος, θυμός, μοχθηρός, εμπαθής, φούρκα, οργή, σπλήνα, ...
Τυχαίες λέξεις
Продавати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πουλώ, εκποιώ, πωλούν, πωλήσει, πουλήσει, πωλεί, πουλήσουν
Μεταφράσεις: πουλώ, εκποιώ, πωλούν, πωλήσει, πουλήσει, πωλεί, πουλήσουν