Пропорція στα ελληνικά

Μετάφραση: пропорція, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μερίδα, κατανέμω, αναλογία, ποσοστό, μέρος, ανάλογα, ποσοστού
Пропорція στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • артеріальне στα ελληνικά - αρτηριακός, αρτηριακή, αρτηριακού, αρτηριακό, αρτηριακών
  • бакен στα ελληνικά - σημαδούρα, σημαντήρα, πλωτήρα, σημαντήρας, Πλωτήρας
  • бунт στα ελληνικά - ανταρσία, ανταρσίας, στάση, την ανταρσία, εξέγερσης
  • клепка στα ελληνικά - βαρελοσανίδα, clapboard, στόχο τον πλήρη αποκλεισμό
Τυχαίες λέξεις
Пропорція στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μερίδα, κατανέμω, αναλογία, ποσοστό, μέρος, ανάλογα, ποσοστού