Κατανέμω στα ουκρανικά

Μετάφραση: κατανέμω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
відношення, розмістити, розподіліть, пропорція, розділяти, коефіцієнт, співвідношення, розподілити, ділити, виділяти, раціон, раціону
Κατανέμω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατανέμω

κατανέμω συνώνυμα, κατανέμω κλίση, κατανέμω συνώνυμο, κατανέμω αγγλικα, κατανέμω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, κατανέμω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • καταμετρώ στα ουκρανικά - бирка, чітко розподілити
  • κατανάλωση στα ουκρανικά - затрата, видаток, споживання, зів'янення, сухота, вжиток, вживання
  • καταναλωτής στα ουκρανικά - споживчий, споживач
  • καταναλώνω στα ουκρανικά - винищувати, споживати, чахнути, марніти, з'їдати, споживатиме, вживати, ...
Τυχαίες λέξεις
Κατανέμω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: відношення, розмістити, розподіліть, пропорція, розділяти, коефіцієнт, співвідношення, розподілити, ділити, виділяти, раціон, раціону