Пряма στα ελληνικά
Μετάφραση: пряма, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκηνοθετώ, καθοδηγώ, ευθεία, ίσια, ευθείας, ευθείες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- акордний στα ελληνικά - συμφωνία, συγκατάθεση, χορδή, συγχορδία, χορδής, χορδών, απήχηση
- брехати στα ελληνικά - χρονοτριβή, ψέμα, βρίσκονται, κείνται, ψέματα, το ψέμα
- драга στα ελληνικά - αναρριχητικό φυτό, αναρριχητικό φυτό της, αναρριχητικό, αναρριχητικό φυτό που, creeper
- замерзання στα ελληνικά - ψύξη, παγερός, πάγωμα, δέσμευση, κατάψυξη, κατάψυξης, ψύξης
Τυχαίες λέξεις
Пряма στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκηνοθετώ, καθοδηγώ, ευθεία, ίσια, ευθείας, ευθείες
Μεταφράσεις: σκηνοθετώ, καθοδηγώ, ευθεία, ίσια, ευθείας, ευθείες