Розвантаження στα ελληνικά
Μετάφραση: розвантаження, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκροή, άφεση, εκπυρσοκρότηση, απολύω, εκφόρτωση, εκφόρτωσης, την εκφόρτωση, εκφορτώσεως, η εκφόρτωση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вий στα ελληνικά - σμού
- електродинамічний στα ελληνικά - ηλεκτροδυναμική, ηλεκτροδυναμικών, ηλεκτροδυναμικά, ηλεκτροδυναμικού, ηλεκτροδυναμικό
- згубний στα ελληνικά - θλιβερός, μοιραίος, θανατηφόρος, ολέθριος, καταστροφικός, απελπισμένος, καταστροφική, ...
- каста στα ελληνικά - κάστα, κοινωνική τάξη, κάστας, καστών, των καστών
Τυχαίες λέξεις
Розвантаження στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκροή, άφεση, εκπυρσοκρότηση, απολύω, εκφόρτωση, εκφόρτωσης, την εκφόρτωση, εκφορτώσεως, η εκφόρτωση
Μεταφράσεις: εκροή, άφεση, εκπυρσοκρότηση, απολύω, εκφόρτωση, εκφόρτωσης, την εκφόρτωση, εκφορτώσεως, η εκφόρτωση