Роздягати στα ελληνικά
Μετάφραση: роздягати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γδύνω, γδύνομαι, undress, γδύνεται, απεκδύω, εκδύομαι
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- антрепренерство στα ελληνικά - εγχείρημα, antreprenerstvo
- археологічний στα ελληνικά - αρχαιολόγος, αρχαιολογικός, αρχαιολογικό, αρχαιολογικά, αρχαιολογικούς, αρχαιολογικών
- безліч στα ελληνικά - ορειβάτης, συρροή, καδρόνι, αφθονία, πάτερο, ωκεανός, πολλά, ...
- гнида στα ελληνικά - κόνιδα ψείρας, NIT, ΝΙΤ, κόνιδα, ψείρα
Τυχαίες λέξεις
Роздягати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γδύνω, γδύνομαι, undress, γδύνεται, απεκδύω, εκδύομαι
Μεταφράσεις: γδύνω, γδύνομαι, undress, γδύνεται, απεκδύω, εκδύομαι