Розділити στα ελληνικά
Μετάφραση: розділити, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαιρώ, χωρίζω, διχάζω, χάσμα, χάσματος, διαίρει, διαίρεση, διαχωρισμός
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- багатоклітинний στα ελληνικά - συν, pluricellular
- готовність στα ελληνικά - κομψός, κουρεύω, κλαδεύω, διάβασμα, έγκαιρα, ψαλιδίζω, ετοιμότητα, ...
- егіда στα ελληνικά - αιγίδα, την αιγίδα
- колонія στα ελληνικά - αποικία, παροικία, εξάρτηση, αποικίας, αποικιών, αποικίες, των αποικιών
Τυχαίες λέξεις
Розділити στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαιρώ, χωρίζω, διχάζω, χάσμα, χάσματος, διαίρει, διαίρεση, διαχωρισμός
Μεταφράσεις: διαιρώ, χωρίζω, διχάζω, χάσμα, χάσματος, διαίρει, διαίρεση, διαχωρισμός