Розстроювати στα ελληνικά

Μετάφραση: розстроювати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διασπώ, ενοχλώ, εξαρθρώνω, παρενοχλώ, αποσπώ, ομιχλώδης, ανατροπή, αναστατωμένος, αναστάτωση, αναστατώσει, διαταραχές
Розстроювати στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • буріння στα ελληνικά - βαρετός, διαπεραστικός, βαρετό, βαρετή, βαρετά, τρυπώντας, βαρετές
  • десятка στα ελληνικά - φροντίζω, δέκα, Δεκάδες, Tens, δεκάδων, Το Tens, Οι δεκάδες
  • заломлення στα ελληνικά - διχοτομία, σπάσιμο, κάταγμα, θλάση, διάθλαση, διάθλασης, διαθλάσεως
  • земній στα ελληνικά - εσφαλμένος, γη, γης, γαιών, γαίας, τη γη
Τυχαίες λέξεις
Розстроювати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διασπώ, ενοχλώ, εξαρθρώνω, παρενοχλώ, αποσπώ, ομιχλώδης, ανατροπή, αναστατωμένος, αναστάτωση, αναστατώσει, διαταραχές