Розтлумачувати στα ελληνικά
Μετάφραση: розтлумачувати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σχόλιο, σχολιάζω, εξηγήσει, εξηγούν, να εξηγήσει, εξηγήσουν, εξηγεί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аранжувальник στα ελληνικά - διευθετών, ενορχηστρωτής, arranger, οργανωτή έκδοσης, ενορχηστρωτή
- візуально στα ελληνικά - ουσιώδης, ζωτικός, οπτικά, οπτικώς, οπτική, οπτικής, οπτικό
- карбувальник στα ελληνικά - Chaser, κυνηγός, κυνηγού, Chaser για, Chaser για τον
- лісорозробки στα ελληνικά - υλοτομία, υλοτομίας, καταγραφή, καταγραφής, την καταγραφή
Τυχαίες λέξεις
Розтлумачувати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σχόλιο, σχολιάζω, εξηγήσει, εξηγούν, να εξηγήσει, εξηγήσουν, εξηγεί
Μεταφράσεις: σχόλιο, σχολιάζω, εξηγήσει, εξηγούν, να εξηγήσει, εξηγήσουν, εξηγεί