Розширення στα ελληνικά
Μετάφραση: розширення, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επέκταση, κουδούνι, προέκταση, μεγέθυνση, έκταση, διεύρυνση, επέκτασης, διαστολής, ανάπτυξη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- готування στα ελληνικά - προκαταρκτικός, ετοιμασία, διευθέτηση, τακτοποίηση, διακανονισμός, μαγείρεμα, μαγειρέματος, ...
- звинувачувати στα ελληνικά - κατηγορώ, εγκαλώ, κλητεύω, άρθρο, καταγγέλλω, ευθύνη, μομφή, ...
- козли στα ελληνικά - φούρκα, ικρίωμα, αγχόνη, κουτί, κιβώτιο, πλαίσιο, παράθυρο, ...
- куховар στα ελληνικά - μάγειρας, μαγειρεύω, μάγειρες, μαγειρεύει, μάγειροι, σεφ, μαγείρων
Τυχαίες λέξεις
Розширення στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επέκταση, κουδούνι, προέκταση, μεγέθυνση, έκταση, διεύρυνση, επέκτασης, διαστολής, ανάπτυξη
Μεταφράσεις: επέκταση, κουδούνι, προέκταση, μεγέθυνση, έκταση, διεύρυνση, επέκτασης, διαστολής, ανάπτυξη