Έκταση στα ουκρανικά

Μετάφραση: έκταση, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
ступінь, протяг, міра, протяжність, розвинення, розширення, надавання, простір, подовження, площа, площу, майдан, площадь, Поверхня
Έκταση στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: έκταση

έκταση αθήνας, έκταση πάτρας, έκταση της ελλάδας, έκταση δήμων, έκταση ελληνικού, έκταση λεξικό γλώσσας ουκρανικά, έκταση στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • έκρηξη στα ουκρανικά - грати, вилазка, сполох, підірвати, проривання, спалах, прорізування, ...
  • έκσταση στα ουκρανικά - транс, хижий, екстаз, захват
  • έκτος στα ουκρανικά - шостий, шостої, шостій, шостою, шостого
  • έκτρωση στα ουκρανικά - недоносок, осічка, невдача, потворо, потвора, аборт
Τυχαίες λέξεις
Έκταση στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: ступінь, протяг, міра, протяжність, розвинення, розширення, надавання, простір, подовження, площа, площу, майдан, площадь, Поверхня