Рід στα ελληνικά

Μετάφραση: рід, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γένος, διηθώ, στραμπουλίζω, τεντώνω, οικογένεια, φατρία, φύλο, ζόρι, γενιά, οικογένειας, οικογενειακή, οικογένειά, της οικογένειας
Рід στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • екс-в στα ελληνικά - σε, στην πρώην, της πρώην, στην πρώτη, Πρώην, την πρώην
  • живильний στα ελληνικά - θρεπτικός, θρεπτική, θρέψη, τρέφοντας, θρεπτικά, θρεπτικό
  • закладка στα ελληνικά - σκουπίδια, σελιδοδείκτης, Bookmark, σελιδοδείκτη, σελιδοδεικτών, αναφερθείτε σε
  • комору στα ελληνικά - αχυρώνας, σιταποθήκη, αχυρώνα, στάβλο, αχυρώνες
Τυχαίες λέξεις
Рід στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γένος, διηθώ, στραμπουλίζω, τεντώνω, οικογένεια, φατρία, φύλο, ζόρι, γενιά, οικογένειας, οικογενειακή, οικογένειά, της οικογένειας