Склеп στα ελληνικά

Μετάφραση: склеп, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κελάρι, κρύπτη, κρύπτης, crypt, κρυπτών, της κρύπτης
Склеп στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • віддаватися στα ελληνικά - αφιερώνω, εξαρτημένος, εθισμένος, εξαρτημένο, εθισμένο, εξαρτημένου
  • елітний στα ελληνικά - ελίτ, αφρόκρεμα, εκλεκτοί, elite, ελίτ των
  • крапка στα ελληνικά - περίοδος, διάστημα, κουκίδα, σημείο, σημείου, στοιχείο, το σημείο
  • крихітний στα ελληνικά - ζιζάνιο, μικροσκοπικός, μικρό, μικροσκοπικά, μικροσκοπικό, μικροσκοπικές
Τυχαίες λέξεις
Склеп στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κελάρι, κρύπτη, κρύπτης, crypt, κρυπτών, της κρύπτης