Κελάρι στα ουκρανικά
Μετάφραση: κελάρι, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
підвал, склеп, погріб, льоха, льох, похоронив, погреб, льоху
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κελάρι
κελάρι διαλεκτό, κελάρι κατασκευή, κελάρι μονεμβασιά, κελάρι του athenaeum, κελάρι της ντροπής, κελάρι λεξικό γλώσσας ουκρανικά, κελάρι στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- κείμενο στα ουκρανικά - виходе, утверджування, перехід, епізод, коридор, текст, текст можна, ...
- κειμήλιο στα ουκρανικά - спадщина, коштовність, дорогоцінність, скарб
- κελί στα ουκρανικά - клітка, фотоелемент, клітина, осередок, камера, клітинка, клетка, ...
- κελαρύζω στα ουκρανικά - лепет, белькотати, отой, той, свист, посвист
Τυχαίες λέξεις
Κελάρι στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: підвал, склеп, погріб, льоха, льох, похоронив, погреб, льоху
Μεταφράσεις: підвал, склеп, погріб, льоха, льох, похоронив, погреб, льоху