Співачок στα ελληνικά
Μετάφραση: співачок, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τραγουδίστρια, τραγουδιστής, τραγουδιστές, τραγουδιστών, τραγουδίστριες, Singers, ερμηνευτές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вакансія στα ελληνικά - αποφυγή, κενή θέση, χηρεία, κενής θέσεως, κενής θέσης, κενών θέσεων
- закріплювати στα ελληνικά - διαβεβαιώνω, φτιάχνω, επιβεβαιώνω, καθορίσει, διορθώσετε, να καθορίσει, καθορίζουν, ...
- консультанте στα ελληνικά - εμπειρογνώμονας, εμπειρογνώμων, σύμβουλος, konsultante
- копіювальник στα ελληνικά - ιχνηλάτης, ιχνηθέτη, ιχνηθέτης, του ιχνηθέτη, ιχνηλάτη
Τυχαίες λέξεις
Співачок στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τραγουδίστρια, τραγουδιστής, τραγουδιστές, τραγουδιστών, τραγουδίστριες, Singers, ερμηνευτές
Μεταφράσεις: τραγουδίστρια, τραγουδιστής, τραγουδιστές, τραγουδιστών, τραγουδίστριες, Singers, ερμηνευτές