Схотіти στα ελληνικά
Μετάφραση: схотіти, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιθυμία, καημός, shotity
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- в'язниці στα ελληνικά - φυλακή, φυλάκισης, φυλακές, φυλακών, φυλακής
- властивих στα ελληνικά - κληρονομώ, συμφυής, εγγενείς, εγγενή, εγγενής, εγγενούς
- живеться στα ελληνικά - απασχόληση, ζω, ζουν, ζήσουν, ζήσει, ζει
- змінити στα ελληνικά - παραποιώ, αλλάζω, τροποποιώ, μετατρέπω, αλλαγή, μεταβολή, αλλαγής, ...
Τυχαίες λέξεις
Схотіти στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιθυμία, καημός, shotity
Μεταφράσεις: επιθυμία, καημός, shotity