Товстенький στα ελληνικά

Μετάφραση: товстенький, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σαρκώδης, παχουλός, παχουλό, παχουλά, παχουλές, παχουλή
Товстенький στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • вишній στα ελληνικά - ανώτατος, Vishny
  • горила στα ελληνικά - τραμπούκος, γορίλα, γορίλλας, γορίλλα, γορίλας, γορίλλων
  • ера στα ελληνικά - εποχή, εποχής, περίοδο, την εποχή, περιόδου
  • лактації στα ελληνικά - Θηλασμός, Γαλουχία, γαλουχίας, τη γαλουχία, της γαλουχίας
Τυχαίες λέξεις
Товстенький στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σαρκώδης, παχουλός, παχουλό, παχουλά, παχουλές, παχουλή