Украдливий στα ελληνικά
Μετάφραση: украдливий, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άνοστος, στιλπνός, φίνος, απαλός, λεπτός, εκλεπτυσμένος, ukradlyvyy
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- блищати στα ελληνικά - αναλαμπή, φεγγίζω, λάμπω, μαρμαρυγή, αστέρι, πρωταγωνιστής, λάμψη, ...
- вибух στα ελληνικά - έκρηξη, ξεσπώ, εκδήλωση, ανεμοθύελλα, αγωνία, ξέσπασμα, έκρηξης, ...
- гінекологія στα ελληνικά - γυναικολογία, γυναικολογίας, της γυναικολογίας, Gynecology, τη γυναικολογία
- дерен στα ελληνικά - καταδότης, πόα, πρασινάδα, χόρτο, χλόη, χλοοτάπητα, τύρφη, ...
Τυχαίες λέξεις
Украдливий στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άνοστος, στιλπνός, φίνος, απαλός, λεπτός, εκλεπτυσμένος, ukradlyvyy
Μεταφράσεις: άνοστος, στιλπνός, φίνος, απαλός, λεπτός, εκλεπτυσμένος, ukradlyvyy