Εκλεπτυσμένος στα ουκρανικά
Μετάφραση: εκλεπτυσμένος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
елегантний, вишуканий, витончений, украдливий, хитрий, очистити, вдосконалити, гостре, очищати, гостра, вдосконалювати, складний, складне, складніший, найскладніший, складна
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκλεπτυσμένος
εκλεπτυσμένος συνωνυμα, εκλεπτυσμένος σημασια, εκλεπτυσμένος λεξικο, εκλεπτυσμένος βικιπαιδεια, εκλεπτυσμένος αγγλικα, εκλεπτυσμένος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, εκλεπτυσμένος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- εκλεκτικός στα ουκρανικά - еклектичний, еклектик, селективний, селективним
- εκλεκτός στα ουκρανικά - альтернатива, вибір, вибраний, обраний, Вибрана, вибране, Узятий
- εκλιπαρώ στα ουκρανικά - благайте, витяг, благати, жадати, спраги, прагнути, прагнутиме, ...
- εκλογές στα ουκρανικά - обирання, обрання, вибори
Τυχαίες λέξεις
Εκλεπτυσμένος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: елегантний, вишуканий, витончений, украдливий, хитрий, очистити, вдосконалити, гостре, очищати, гостра, вдосконалювати, складний, складне, складніший, найскладніший, складна
Μεταφράσεις: елегантний, вишуканий, витончений, украдливий, хитрий, очистити, вдосконалити, гостре, очищати, гостра, вдосконалювати, складний, складне, складніший, найскладніший, складна