Умовність στα ελληνικά
Μετάφραση: умовність, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνθήκη, συνέλευση, συνέδριο, σύμβαση, συμβατικότητα, συμβατικότητας, τυπικότητα, τη συμβατικότητα, συμβατικότητά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- гальмування στα ελληνικά - φρενάρισμα, πέδησης, πέδηση, φρεναρίσματος, πεδήσεως
- жестикулюйте στα ελληνικά - χειρονομώ, χειρονομίες, κινήσεις, χειρονομιών, τις χειρονομίες, κινήσεων
- земний στα ελληνικά - γήινος, επίγειος, γήινα, επίγειο, γήινη
- легато στα ελληνικά - θρύλος, απαλά, legato, λεγκάτο, ένα legato
Τυχαίες λέξεις
Умовність στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνθήκη, συνέλευση, συνέδριο, σύμβαση, συμβατικότητα, συμβατικότητας, τυπικότητα, τη συμβατικότητα, συμβατικότητά
Μεταφράσεις: συνθήκη, συνέλευση, συνέδριο, σύμβαση, συμβατικότητα, συμβατικότητας, τυπικότητα, τη συμβατικότητα, συμβατικότητά