Фіксація στα ελληνικά
Μετάφραση: фіксація, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στερέωση, στερέωσης, σταθεροποίηση, υλική ενσωμάτωση, σύνδεσης του
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- амортизуйте στα ελληνικά - μαξιλάρι, μαξιλαριού, μαξιλαράκι, μαξιλάρι του, μαξιλαριού του
- балки στα ελληνικά - σκέρτσο, αστείο, ακτίνα, δοκός, δέσμη, δέσμης, δοκού
- життєвість στα ελληνικά - ζωτικότητα, ζωής, ζωντάνια, ζωτικότητας, τη ζωτικότητα
- метро στα ελληνικά - υπόγειος, σωλήνας, μετρό, το μετρό, του μετρό, Metro
Τυχαίες λέξεις
Фіксація στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στερέωση, στερέωσης, σταθεροποίηση, υλική ενσωμάτωση, σύνδεσης του
Μεταφράσεις: στερέωση, στερέωσης, σταθεροποίηση, υλική ενσωμάτωση, σύνδεσης του