Αυταπόδεικτος στα αγγλικά
Μετάφραση: αυταπόδεικτος, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
axiomatic, axiomatical
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: αυταπόδεικτος
axiomatic
- αναμφισβήτητος
- αυταπόδεικτος
- αξιωματικός
- αναμφισβήτητος
- αυταπόδεικτος
- αξιωματικός
Σχετικές λέξεις: αυταπόδεικτος
αυταπόδεικτος λεξικό γλώσσας αγγλικά, αυταπόδεικτος στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- αυτήν στα αγγλικά - her, this, that, it, such
- αυτί στα αγγλικά - ear, tab, the ear, ears
- αυταρέσκεια στα αγγλικά - complacency, smugness, vanity
- αυταρχικός στα αγγλικά - bossy, imperious, officious, autocratic, overbearing
Τυχαίες λέξεις
Αυταπόδεικτος στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: axiomatic, axiomatical
Μεταφράσεις: axiomatic, axiomatical