Хворобливий στα ελληνικά
Μετάφραση: хворобливий, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φιλάσθενος, σπυρί, άρρωστος, αλγεινός, άγριος, μανιασμένος, λεπτός, φίνος, μαλθακός, οδυνηρός, αδύναμος, ασθενικός, ασθενικά, ασθενικό, αρρωστημένο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аргентинський στα ελληνικά - Αργεντινής, της Αργεντινής, Αργεντινή, γουρλομάτη, σε γουρλομάτη
- бентеження στα ελληνικά - σύγχυση, συγχύσεως, σύγχυσης, η σύγχυση, τη σύγχυση
- вибух στα ελληνικά - έκρηξη, ξεσπώ, εκδήλωση, ανεμοθύελλα, αγωνία, ξέσπασμα, έκρηξης, ...
- заперечте στα ελληνικά - αντιφάσκω, διαψεύδω, αντιλέγω, αρνούμαι, αρνηθεί, αμφισβητεί, αρνούνται, ...
Τυχαίες λέξεις
Хворобливий στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φιλάσθενος, σπυρί, άρρωστος, αλγεινός, άγριος, μανιασμένος, λεπτός, φίνος, μαλθακός, οδυνηρός, αδύναμος, ασθενικός, ασθενικά, ασθενικό, αρρωστημένο
Μεταφράσεις: φιλάσθενος, σπυρί, άρρωστος, αλγεινός, άγριος, μανιασμένος, λεπτός, φίνος, μαλθακός, οδυνηρός, αδύναμος, ασθενικός, ασθενικά, ασθενικό, αρρωστημένο