Яєчник στα ελληνικά

Μετάφραση: яєчник, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ωάριο, ωοθήκη, ωοθηκών, ωοθήκης, ωοθήκες, των ωοθηκών
Яєчник στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • бра στα ελληνικά - αγκύλη, απλίκα, sconce, απλίκες, κηροστάτης τοίχου, οχύρωμα
  • вирувати στα ελληνικά - βράζω, βρασμός, βράσει, βράση, βράζουμε
  • жіночність στα ελληνικά - θηλυκότητα, θηλυκότητας, θηλυκότητά, τη θηλυκότητα, τη θηλυκότητά
  • мандруйте στα ελληνικά - ταξίδι, Travel, Ταξίδια, Ταξιδιωτικές, Ταξιδιωτικά
Τυχαίες λέξεις
Яєчник στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ωάριο, ωοθήκη, ωοθηκών, ωοθήκης, ωοθήκες, των ωοθηκών