Ωάριο στα ουκρανικά
Μετάφραση: ωάριο, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
яєчник, яйце
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ωάριο
ωάριο κότας, ωάριο ποιότητα, ωάριο naboth, ωάριο γονιμοποίηση, ωάριο χιλιοστά, ωάριο λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ωάριο στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ψώνια στα ουκρανικά - купівля товарів
- ψώρα στα ουκρανικά - короста, сверблячка, чесотка
- ωθώ στα ουκρανικά - сприяння, від себе, од себе
- ωκεανός στα ουκρανικά - маса, множину, множина, безліч, загал, океан, океану
Τυχαίες λέξεις
Ωάριο στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: яєчник, яйце
Μεταφράσεις: яєчник, яйце