Łańcuch στα ελληνικά
Μετάφραση: łańcuch, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καδένα, φάσμα, χορδή, εμβέλεια, αλυσίδα, διακυμαίνομαι, αλυσίδας, αλύσου, της αλυσίδας, άλυσο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bezimiennie στα ελληνικά - ανώνυμα, ανωνύμως, ανωνυμία, ανώνυμη
- bieleć στα ελληνικά - ξασπρίζω, λευκαίνω, λευκαίνουν τα, whiten, λευκάνετε
- dioda-pentoda στα ελληνικά - διόδων, δίοδο, με δίοδο, διόδων ως
- gałgan στα ελληνικά - κουρέλι, togs
Τυχαίες λέξεις
Łańcuch στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καδένα, φάσμα, χορδή, εμβέλεια, αλυσίδα, διακυμαίνομαι, αλυσίδας, αλύσου, της αλυσίδας, άλυσο
Μεταφράσεις: καδένα, φάσμα, χορδή, εμβέλεια, αλυσίδα, διακυμαίνομαι, αλυσίδας, αλύσου, της αλυσίδας, άλυσο