Łachman στα ελληνικά

Μετάφραση: łachman, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κουρέλι, RAG, της RAG, η RAG, κουρελιών
Łachman στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dalekomierz στα ελληνικά - Telemeter
  • dręczyć στα ελληνικά - εξοργίζω, ενοχλούμαι, ενοχλώ, ενόχληση, τριβελίζω, κόπος, ανησυχώ, ...
  • epifenomen στα ελληνικά - επιφαινόμενο, ένα επιφαινόμενο, το επιφαινόμενο
  • gamma-promieniotwórczy στα ελληνικά - γαμμα-, γάμμα, γάμα
Τυχαίες λέξεις
Łachman στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κουρέλι, RAG, της RAG, η RAG, κουρελιών