Łamigłówka στα ελληνικά

Μετάφραση: łamigłówka, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προβληματίζω, παζλ, Puzzle, γρίφων, το παζλ, του παζλ
Łamigłówka στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • diabelsko στα ελληνικά - σατανικός, απαίσια
  • harmonizować στα ελληνικά - εναρμονίζω, εναρμόνιση, την εναρμόνιση, εναρμονίσει, εναρμόνιση των, εναρμονιστούν
  • izobaryczny στα ελληνικά - ισοβαρής, ισοβαρικές, ισοβαρικών, ισοβαρική, ισοβαρικό
  • jadłospis στα ελληνικά - νεφρίτης, μενού, το μενού, menu, του μενού, μενού του
Τυχαίες λέξεις
Łamigłówka στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προβληματίζω, παζλ, Puzzle, γρίφων, το παζλ, του παζλ