Bezradny στα ελληνικά
Μετάφραση: bezradny, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανήμπορος, ανίκανος, αβοήθητος, αβοήθητοι, ανίσχυροι, αβοήθητο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bezradnie στα ελληνικά - αβοήθητος, αδύναμα, ανήμπορος, ανήμποροι, αβοήθητοι
- bezradność στα ελληνικά - ανικανότητα, αδυναμίας, ανικανότητας, απελπισίας, της αδυναμίας
- bezrdzeniowy στα ελληνικά - Coreless, συμπαγούς, χωρίς πυρήνα, συμπαγής, συμπαγείς
- bezrobocie στα ελληνικά - ανεργία, ανεργίας, της ανεργίας, η ανεργία, την ανεργία
Τυχαίες λέξεις
Bezradny στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανήμπορος, ανίκανος, αβοήθητος, αβοήθητοι, ανίσχυροι, αβοήθητο
Μεταφράσεις: ανήμπορος, ανίκανος, αβοήθητος, αβοήθητοι, ανίσχυροι, αβοήθητο