Burzenie στα ελληνικά

Μετάφραση: burzenie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατεδάφιση, εξάρθρωση, ερείπιο, καταστροφή, ερείπια, την καταστροφή, καταστρέψει
Burzenie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • burza στα ελληνικά - θύελλα, τρικυμία, έκρηξη, καταιγίδα, καταιγίδας, θύελλας, τη θύελλα
  • burzan στα ελληνικά - κυρτός, Μπουρζάν
  • burzliwie στα ελληνικά - άγρια, στροβιλισμό, με στροβιλισμό, στροβιλώδη
  • burzliwość στα ελληνικά - ταραχή, αναταραχή, αναταράξεις, αναταραχής, στροβιλισμού
Τυχαίες λέξεις
Burzenie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατεδάφιση, εξάρθρωση, ερείπιο, καταστροφή, ερείπια, την καταστροφή, καταστρέψει