Byt στα ελληνικά
Μετάφραση: byt, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
όν, οντότητα, ύπαρξη, είναι, να, να είναι, που είναι
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bystry στα ελληνικά - μυτερός, οξύς, διορατικός, αιφνίδιος, έξυπνος, οξυδερκής, ευφυής, ...
- bystrze στα ελληνικά - ταχεία, γρήγορη, άμεση, ταχείας, την ταχεία
- bytność στα ελληνικά - διατριβή, μένω, παρεπιδημώ, διαμένω, παραμονή, παραμονής, διαμονή
- bytować στα ελληνικά - υπάρχω, υπάρχουν, υπάρχει, υφίστανται, υφίσταται, να υπάρχουν
Τυχαίες λέξεις
Byt στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: όν, οντότητα, ύπαρξη, είναι, να, να είναι, που είναι
Μεταφράσεις: όν, οντότητα, ύπαρξη, είναι, να, να είναι, που είναι