Οντότητα στα πολωνικά

Μετάφραση: οντότητα, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
byt, istota, podmiot, jednostka, podmiotem, podmiotu
Οντότητα στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: οντότητα

οντότητα συνώνυμα, σιωνιστική οντότητα, σκοτεινή οντότητα, νομική οντότητα, πολιτική οντότητα, οντότητα λεξικό γλώσσας πολωνικά, οντότητα στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • ονομαστός στα πολωνικά - poważny, zaszczytny, sławny, słynny, słynnego, słynnej, sławy
  • ονοματολογία στα πολωνικά - nazewnictwo, terminologia, mianownictwo, nomenklatura, nomenklatury, nomenklaturę, nomenklaturze
  • οξείδιο στα πολωνικά - tlenek, tlenku, tlenkiem, tlenków
  • οξικός στα πολωνικά - octowy, octowego, octowym, kwas octowy
Τυχαίες λέξεις
Οντότητα στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: byt, istota, podmiot, jednostka, podmiotem, podmiotu