Ceremoniał στα ελληνικά
Μετάφραση: ceremoniał, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εθιμοτυπία, εθιμοτυπικός, τελετουργικός, τελετή, τελετουργική, τελετουργικά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ceremonialnie στα ελληνικά - επίσημα, επισήμως, τυπικά, επίσημη, τυπικώς
- ceremonialny στα ελληνικά - τελετουργικός, ακριβολόγος, εθιμοτυπικός, τελετή, τελετουργική, τελετουργικά
- cerkiew στα ελληνικά - εκκλησία, εκκλησίας, ναός, ναού, ναό
- cerowaczka στα ελληνικά - επιδιορθωτής, μπαλλωτής
Τυχαίες λέξεις
Ceremoniał στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εθιμοτυπία, εθιμοτυπικός, τελετουργικός, τελετή, τελετουργική, τελετουργικά
Μεταφράσεις: εθιμοτυπία, εθιμοτυπικός, τελετουργικός, τελετή, τελετουργική, τελετουργικά